- αντιπλουτοκρατικός
- η , ό[ν] антиплутократический
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αντιπλουτοκρατικός — ή, ό αυτός που στρέφεται εναντίον της πλουτοκρατίας και των πλουτοκρατών … Dictionary of Greek